Ταριχεύω στα ολλανδικά

Μετάφραση: ταριχεύω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
saus, pekelen, sauzen, pekel, souse
Ταριχεύω στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταριχεύω

ταριχεύω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ταριχεύω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ταραχή στα ολλανδικά - drinkgelag, zwelgpartij, rustverstoring, hechtenis, orgie, beweging, rel, ...
  • ταραχώδης στα ολλανδικά - woesteling, woelig, onstuimig, turbulente, turbulent, woelige
  • ταρσικός στα ολλανδικά - tarsal, tarsale, tarsaal, tarsaal-, spronggewricht
  • τασάκι στα ολλανδικά - asbak, asbakje, as bak, ashtray, aslade
Τυχαίες λέξεις
Ταριχεύω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: saus, pekelen, sauzen, pekel, souse