Ταριχεύω στα ουκρανικά
Μετάφραση: ταριχεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бальзамуйте, бальзамувати, муміфікує, розсіл, розсоли, Розсол, ропа
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταριχεύω
ταριχεύω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ταριχεύω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ταραχή στα ουκρανικά - божевілля, неспокій, непокоєння, метушня, гармидер, метушитися, суєта, ...
- ταραχώδης στα ουκρανικά - шумливий, шумкий, хуліган, турбулентний
- ταρσικός στα ουκρανικά - преплюсневой
- τασάκι στα ουκρανικά - попільничка, Пепельница, Попільниця
Τυχαίες λέξεις
Ταριχεύω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: бальзамуйте, бальзамувати, муміфікує, розсіл, розсоли, Розсол, ропа
Μεταφράσεις: бальзамуйте, бальзамувати, муміфікує, розсіл, розсоли, Розсол, ропа