Τσιγκούνης στα ολλανδικά

Μετάφραση: τσιγκούνης, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schraal, vrekkig, schraperig, gemiddeld, mager, inhalig, betekenen, middelbaar, gierig, beduiden, hebzuchtig, sprietig, pinnig, gierige, zuinig, stingy
Τσιγκούνης στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσιγκούνης

τσιγκούνης συνώνυμα, τσιγκούνης συνώνυμο, δημήτρης τσιγκούνης, τσιγκούνης ιωάννης, τσιγκούνης άντρας, τσιγκούνης λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τσιγκούνης στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τσιγκουνεύομαι στα ολλανδικά - stint, spaarzaam, stint van
  • τσιγκουνιά στα ολλανδικά - inhaligheid, schraperigheid, vrekkigheid, gierigheid, niggardliness
  • τσιλιαδόρος στα ολλανδικά - schildwacht, uitzicht, kijk, uitkijk, kijk uit, Lookout, uitkijkpost, ...
  • τσιμέντο στα ολλανδικά - cement, van cement, cement-
Τυχαίες λέξεις
Τσιγκούνης στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: schraal, vrekkig, schraperig, gemiddeld, mager, inhalig, betekenen, middelbaar, gierig, beduiden, hebzuchtig, sprietig, pinnig, gierige, zuinig, stingy