Τσιράκι στα ολλανδικά
Μετάφραση: τσιράκι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gunsteling, mignon, minion, van Minion, minion van
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσιράκι
τσιράκι ετυμολογία, τσιράκι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τσιράκι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- τσιμπώ στα ολλανδικά - steken, nijpen, pikken, borrel, tokkelen, knijpen, prikken, ...
- τσιπ στα ολλανδικά - bikken, afbikken, spaander, chip, chips
- τσιτσιρίζω στα ολλανδικά - gekwetter, tweet, Tweet Vorige, Share tweet, leuk Tweet
- τσιτώνω στα ολλανδικά - prikken, schram, steken, pik, jongeheer, leuter, snikkel, ...
Τυχαίες λέξεις
Τσιράκι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: gunsteling, mignon, minion, van Minion, minion van
Μεταφράσεις: gunsteling, mignon, minion, van Minion, minion van