Τσιράκι στα τσεχικά

Μετάφραση: τσιράκι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
spolupracovník, kolaborant, podřízený, oblíbenec, minion, přisluhovač, vyslanec, nohsled
Τσιράκι στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσιράκι

τσιράκι ετυμολογία, τσιράκι λεξικό γλώσσας τσεχικά, τσιράκι στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • τσιμπώ στα τσεχικά - podráždit, píchat, tlak, uštknout, uštípnout, uštípnutí, bodnout, ...
  • τσιπ στα τσεχικά - střepina, žeton, zlomek, úlomek, tříska, střep, urazit, ...
  • τσιτσιρίζω στα τσεχικά - syčet, sykot, Tweet, Předchozí, Tweet Předchozí, pípání, Facebook Twitter
  • τσιτώνω στα τσεχικά - svrbět, bodnout, píchat, píchnout, uštknout, píchnutí, bodnutí, ...
Τυχαίες λέξεις
Τσιράκι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: spolupracovník, kolaborant, podřízený, oblíbenec, minion, přisluhovač, vyslanec, nohsled