Έθνος στα ουγγρικά
Μετάφραση: έθνος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nemzet, nemzetet, nép, nemzetnek, országos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έθνος
έθνος παιδεία, έθνος εργασία, εθνος συντάξεις, έθνος και θεσμοί στα χρόνια της τουρκοκρατίας, έθνος της κυριακής, έθνος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, έθνος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- έθιμα στα ουγγρικά - vám, vámhatóság, vámügyi, vám-, vámáru
- έθιμο στα ουγγρικά - vásárlóközönség, szokás, egyéni, egyedi, az egyéni, saját
- έκβαση στα ουγγρικά - eredmény, kimenetel, eredményét, eredményéről, kimenetele
- έκδηλος στα ουγγρικά - belterület, bizonyos, akadálymentes, tisztán, szemléletes, nyilvánvaló, nyilvánvaló mérlegelési, ...
Τυχαίες λέξεις
Έθνος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: nemzet, nemzetet, nép, nemzetnek, országos
Μεταφράσεις: nemzet, nemzetet, nép, nemzetnek, országos