Έθνος στα πολωνικά
Μετάφραση: έθνος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
naród, lud, kraj, nacja, państwo, narodu, narodem
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έθνος
έθνος παιδεία, έθνος εργασία, εθνος συντάξεις, έθνος και θεσμοί στα χρόνια της τουρκοκρατίας, έθνος της κυριακής, έθνος λεξικό γλώσσας πολωνικά, έθνος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- έθιμα στα πολωνικά - cło, obyczajowość, granica, urząd celny, celny, celne, celna, ...
- έθιμο στα πολωνικά - obyczaj, własny, niestandardowy, zwyczaj, obrzęd, cło, nawyknięcie, ...
- έκβαση στα πολωνικά - skutek, rezultat, pociągać, zaowocować, kończyć, skutkować, wynikać, ...
- έκδηλος στα πολωνικά - jasno, wolny, pełny, pozorny, sprecyzować, kasować, spłacać, ...
Τυχαίες λέξεις
Έθνος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: naród, lud, kraj, nacja, państwo, narodu, narodem
Μεταφράσεις: naród, lud, kraj, nacja, państwo, narodu, narodem