Έφεση στα ουγγρικά
Μετάφραση: έφεση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
felhívás, fellebbezés, fellebbezést, fellebbezési, jogorvoslati, fellebbviteli
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έφεση
έφεση κατά βουλεύματος υπόδειγμα, έφεση προθεσμία, έφεση παράβολο, έφεση στο ελεγκτικό συνέδριο, έφεση κατά βουλεύματος, έφεση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, έφεση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- έτος στα ουγγρικά - év, évben, évre, évi, évvel
- έτσι στα ουγγρικά - akként, úgyhogy, így, úgy, olyan, annyira
- έφηβος στα ουγγρικά - kamasz, tini, serdülő, kamaszos, serdülők, serdülőkori
- έφορος στα ουγγρικά - kurátora, kurátor, curator, kurátori, kurátorként
Τυχαίες λέξεις
Έφεση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: felhívás, fellebbezés, fellebbezést, fellebbezési, jogorvoslati, fellebbviteli
Μεταφράσεις: felhívás, fellebbezés, fellebbezést, fellebbezési, jogorvoslati, fellebbviteli