Ίνδαλμα στα ουγγρικά

Μετάφραση: ίνδαλμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bálvány, idol, bálványa, bálványt, példaképe
Ίνδαλμα στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ίνδαλμα

ίνδαλμα συνώνυμο, το ίνδαλμα, ίνδαλμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ίνδαλμα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • ίκτερος στα ουγγρικά - sárgaság, icterus, sárgasággal, sárgaságot, a sárgaság
  • ίνα στα ουγγρικά - izomrost, idegrost, rost, szál, szálak, fiber, üvegszálas
  • ίρις στα ουγγρικά - szivárványhártya, írisz, iris, az írisz, nőszirom
  • ίσιος στα ουγγρικά - direkt, azonos, egyenes, egyenesen, közvetlenül, közvetlen
Τυχαίες λέξεις
Ίνδαλμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: bálvány, idol, bálványa, bálványt, példaképe