Αποβλακώνω στα ουγγρικά
Μετάφραση: αποβλακώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elképeszt, Stupor, elbódít, elkábít, Stuport
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποβλακώνω
αποβλακώνω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αποβλακώνω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αποβλάκωση στα ουγγρικά - elkábulás, elképedés, megdöbbenéssel, megdöbbenéssel állapítja, elképedve
- αποβλέπω στα ουγγρικά - céljai, célok, céljait, célokat, céljainak
- αποβολή στα ουγγρικά - kiutasítás, felsülés, magzatelhajtás, abortusz, abortuszt, az abortusz, az abortuszt
- απογοήτευση στα ουγγρικά - kiábrándultság, csalódás, meglehetősen gyenge napot, napot, csalódást, csalódottságát
Τυχαίες λέξεις
Αποβλακώνω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: elképeszt, Stupor, elbódít, elkábít, Stuport
Μεταφράσεις: elképeszt, Stupor, elbódít, elkábít, Stuport