Βρόμα στα ουγγρικά
Μετάφραση: βρόμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
niff
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βρόμα
βρώμα βρώμα, βρόμα ή βρώμα, βρόμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, βρόμα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- βρυχώμαι στα ουγγρικά - ordít, üvöltés, harsogó, moraja, robajjal
- βρόγχος στα ουγγρικά - méhhurok, karika, kabátakasztó, bronchus, hörgő, hörgők, a hörgők, ...
- βρόμη στα ουγγρικά - zab, zabot, a zab, zabból, zabban
- βρόμικος στα ουγγρικά - szabálysértés, férges, piszkos, szennyezett, koszos, mocskos, piszkosak
Τυχαίες λέξεις
Βρόμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: niff
Μεταφράσεις: niff