Βρόμα στα τούρκικα

Μετάφραση: βρόμα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
leş gibi koku, pis koku, niff
Βρόμα στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βρόμα

βρώμα βρώμα, βρόμα ή βρώμα, βρόμα λεξικό γλώσσας τούρκικα, βρόμα στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • βρυχώμαι στα τούρκικα - gürleme, kükreme, uğultu, gürültü, kükremek
  • βρόγχος στα τούρκικα - bronş, bronşu, bronkus, bronchus, bronşlar
  • βρόμη στα τούρκικα - yulaf, yulafta, oats
  • βρόμικος στα τούρκικα - iğrenç, çirkin, kirli, pis, dirty, kirli bir
Τυχαίες λέξεις
Βρόμα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: leş gibi koku, pis koku, niff