Διεγείρω στα ουγγρικά

Μετάφραση: διεγείρω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
izgat, gerjeszti, gerjesztésére, lelkesíteni, excite
Διεγείρω στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διεγείρω

διεγείρω λεξικο, διεγείρω βικιλεξικο, διεγείρω μετάφραση, διεγείρω συνώνυμο, διεγείρω αγγλικα, διεγείρω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διεγείρω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • διδασκαλία στα ουγγρικά - oktatás, tanítás, oktatási, tanítási, tanári
  • διείσδυση στα ουγγρικά - behatolás, penetráció, penetrációs, behatolási, elterjedtsége
  • διεθνής στα ουγγρικά - nemzetközi, a nemzetközi
  • διεισδυτικός στα ουγγρικά - tolakodó, Intrusive, beavatkozó, intruzív, zavaró
Τυχαίες λέξεις
Διεγείρω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: izgat, gerjeszti, gerjesztésére, lelkesíteni, excite