Ευρύχωρος στα ουγγρικά
Μετάφραση: ευρύχωρος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tágas, téres, a tágas, tágasak
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευρύχωρος
ευρύχωρος συνώνυμα, ευρύχωρος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ευρύχωρος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ευρετήριο στα ουγγρικά - mérlegpálca, tárgymutató, tartalommutató, kompasz, nyelv, névmutató, index, ...
- ευρύς στα ουγγρικά - széles, türelmes, széles körű, átfogó, széleskörű, tág
- ευσέβεια στα ουγγρικά - áhítat, kegyesség, áhítatosság, vallásosság, jámborság, kegyelet
- ευσεβής στα ουγγρικά - jámbor, kegyes, istenfélő, vallásos, a jámbor
Τυχαίες λέξεις
Ευρύχωρος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: tágas, téres, a tágas, tágasak
Μεταφράσεις: tágas, téres, a tágas, tágasak