Κάτοχος στα ουγγρικά
Μετάφραση: κάτοχος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
birtokos, lakó, birtokló, tartó, jogosultja, birtokosa, jogosultjának
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κάτοχος
κάτοχοσ άδειασ υπηρεσιών ασφαλείασ security, κάτοχος αγροτικής εκμετάλλευσης, κάτοχος τηλεφωνικού αριθμού, κάτοχος διπλώματος οδήγησης, κάτοχος voucher, κάτοχος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κάτοχος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- κάτισχνος στα ουγγρικά - ösztövér, kísérteties, szikár, elgyötört, nyúzott, megviselt, elkínzott
- κάτοικος στα ουγγρικά - lakos, helytartó, tartózkodó, lakó, rezidens, lakóhellyel, belföldi illetőségű
- κάτω στα ουγγρικά - leégve, pihe, le, lefelé, megállapított, megállapításáról, meghatározott
- κάψουλα στα ουγγρικά - kapszula, kapszulát, kapszulánként, kapszulába, kapszulában
Τυχαίες λέξεις
Κάτοχος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: birtokos, lakó, birtokló, tartó, jogosultja, birtokosa, jogosultjának
Μεταφράσεις: birtokos, lakó, birtokló, tartó, jogosultja, birtokosa, jogosultjának