Κάτοχος στα εσθονικά
Μετάφραση: κάτοχος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
omanik, asukas, valdaja, omaniku, omanikule, hoidja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κάτοχος
κάτοχοσ άδειασ υπηρεσιών ασφαλείασ security, κάτοχος αγροτικής εκμετάλλευσης, κάτοχος τηλεφωνικού αριθμού, κάτοχος διπλώματος οδήγησης, κάτοχος voucher, κάτοχος λεξικό γλώσσας εσθονικά, κάτοχος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κάτισχνος στα εσθονικά - kõhetu, kuivetu, kurnatud, Haggard, taltsutamata, Riutunut, kõhnunud
- κάτοικος στα εσθονικά - asukas, resident, residendist, elukoht, residentidest, elanik
- κάτω στα εσθονικά - all, rikkis, alla, maha, sätestatakse, kehtestatakse, ette
- κάψουλα στα εσθονικά - kapsel, kupar, kapsli, kapslit, kapslis, kapslisse
Τυχαίες λέξεις
Κάτοχος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: omanik, asukas, valdaja, omaniku, omanikule, hoidja
Μεταφράσεις: omanik, asukas, valdaja, omaniku, omanikule, hoidja