Κυριαρχία στα ουγγρικά

Μετάφραση: κυριαρχία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
uralkodás, értéktartomány, szuverenitás, domínium, szuverenitását, szuverenitásának, szuverenitása, szuverenitást
Κυριαρχία στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυριαρχία

κυριαρχία ταινία, κυριαρχία 2014, κυριαρχία τζόνι ντεπ, κυριαρχία ετερότητα δικαιώματα, κυριαρχία johnny depp, κυριαρχία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κυριαρχία στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • κυρίαρχος στα ουγγρικά - szuverén, szokásos, rendelkezés, vonalazás, állami, független, a szuverén, ...
  • κυρίως στα ουγγρικά - főleg, főként, elsősorban, elsősorban a, leginkább
  • κυριαρχώ στα ουγγρικά - hatalmába kerít
  • κυριολεκτικά στα ουγγρικά - szó szerint, a szó szoros értelmében, szó, szó szoros értelmében, szó szoros
Τυχαίες λέξεις
Κυριαρχία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: uralkodás, értéktartomány, szuverenitás, domínium, szuverenitását, szuverenitásának, szuverenitása, szuverenitást