Κυριαρχία στα τούρκικα
Μετάφραση: κυριαρχία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
küre, toprak, egemenlik, alan, il, egemenliği, egemenliğin, egemenliğinin, egemenliğine
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυριαρχία
κυριαρχία ταινία, κυριαρχία 2014, κυριαρχία τζόνι ντεπ, κυριαρχία ετερότητα δικαιώματα, κυριαρχία johnny depp, κυριαρχία λεξικό γλώσσας τούρκικα, κυριαρχία στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- κυρίαρχος στα τούρκικα - kral, hükümdar, egemen, ülke, egemen bir, egemenlik, bağımsız
- κυρίως στα τούρκικα - başlıca, esas, esas olarak, özellikle, ağırlıklı
- κυριαρχώ στα τούρκικα - hakkından gelmek
- κυριολεκτικά στα τούρκικα - harfi harfine, tam anlamıyla, anlamıyla, kelimenin tam anlamıyla, gerçekten
Τυχαίες λέξεις
Κυριαρχία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: küre, toprak, egemenlik, alan, il, egemenliği, egemenliğin, egemenliğinin, egemenliğine
Μεταφράσεις: küre, toprak, egemenlik, alan, il, egemenliği, egemenliğin, egemenliğinin, egemenliğine