Μεσολάβηση στα ουγγρικά
Μετάφραση: μεσολάβηση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
beavatkozás, közvetítés, közvetítési, mediáció, közvetítői, közvetítő
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεσολάβηση
μεσολάβηση και διαιτησία, μεσολάβηση συνώνυμο, διαπολιτισμική μεσολάβηση, δικαστική μεσολάβηση, μεσολάβηση english, μεσολάβηση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μεσολάβηση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- μεσημεριανό στα ουγγρικά - ebéd, ebédet, ebédre, ebédelni, az ebéd
- μεσιτεία στα ουγγρικά - ügynöki jutalék, ügynöki, bróker, közvetítői, betétgyűjtési
- μεσοφόρι στα ουγγρικά - alsószoknya, Petticoat, szoknya, alsószoknyát, alsószoknyája
- μεστός στα ουγγρικά - kövérkés, tele, kiadós, teli, esedékes, hiánytalan, tömör, ...
Τυχαίες λέξεις
Μεσολάβηση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: beavatkozás, közvetítés, közvetítési, mediáció, közvetítői, közvetítő
Μεταφράσεις: beavatkozás, közvetítés, közvetítési, mediáció, közvetítői, közvetítő