Μετριοπαθής στα ουγγρικά

Μετάφραση: μετριοπαθής, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
mértékletes, lassú, mértéktartó, mérsékelt, közepes, közepesen, mérsékelten, közepesen súlyos
Μετριοπαθής στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μετριοπαθής

μετριοπαθής λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μετριοπαθής στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • μετρικός στα ουγγρικά - metrikus, metrika, mutató, metrikát, mérőszám
  • μετριοπάθεια στα ουγγρικά - mérséklet, mértékkel, moderálás, mértékletesség, mérséklődése
  • μετριοφροσύνη στα ουγγρικά - szerénység, a szerénység, szerénysége, szerénységgel, szerénységet
  • μετριότητα στα ουγγρικά - középszerűség, középszer, középszerűséget, a középszerűség, a középszerűséget
Τυχαίες λέξεις
Μετριοπαθής στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: mértékletes, lassú, mértéktartó, mérsékelt, közepes, közepesen, mérsékelten, közepesen súlyos