Ξέσπασμα στα ουγγρικά
Μετάφραση: ξέσπασμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
forrongás, kiáradás, kirobbanás, kitörés, kitörése, kitörését, kitörést
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξέσπασμα
ξέσπασμα του φεγγαριού, ξέσπασμα βενιζέλου, ξέσπασμα βερύκιου, ξέσπασμα παπαδάκη, ξέσπασμα - παύλος σιδηρόπουλος στιχοι, ξέσπασμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ξέσπασμα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ξένος στα ουγγρικά - kívülálló, idegen, idegent, idegennel, idegennek, stranger
- ξέρω στα ουγγρικά - tud, tudom, tudni
- ξέστρο στα ουγγρικά - kaparó, lehúzó, kaparókés, kaparót, kaparóval
- ξέφρενος στα ουγγρικά - őrületes, frenetikus, viharos, fergeteges, Frenetic
Τυχαίες λέξεις
Ξέσπασμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: forrongás, kiáradás, kirobbanás, kitörés, kitörése, kitörését, kitörést
Μεταφράσεις: forrongás, kiáradás, kirobbanás, kitörés, kitörése, kitörését, kitörést