Συνοφρυώνομαι στα ουγγρικά
Μετάφραση: συνοφρυώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szemöldökráncolás, homlokát ráncolja, rándul, ránc, homlokát ráncolva
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνοφρυώνομαι
συνοφρυώνομαι λεξικο, συνοφρυώνομαι τι σημαινει, συνοφρυώνομαι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συνοφρυώνομαι στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- συνορεύω στα ουγγρικά - határos vmivel, összeér, vmivel, fekszik fel, összeérnek
- συνουσία στα ουγγρικά - közösülés, érintkezés, nemi, aktus, a közösülés
- συνοχή στα ουγγρικά - összetapadás, kohézió, kohéziós, a kohéziós, kohéziót, kohézióra
- συνοψίζω στα ουγγρικά - csoportosít, táblázatba, foglald táblázatba, lapos, táblázatba foglal
Τυχαίες λέξεις
Συνοφρυώνομαι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szemöldökráncolás, homlokát ráncolja, rándul, ránc, homlokát ráncolva
Μεταφράσεις: szemöldökráncolás, homlokát ráncolja, rándul, ránc, homlokát ráncolva