Σύζυγος στα ουγγρικά
Μετάφραση: σύζυγος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
házastárs, hitves, férj, férje, férjem, férjét, férjének
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύζυγος
σύζυγος κατά λάθος, σύζυγος βασίλη τσιβιλίκα, σύζυγος σταύρου θεοδωράκη, σύζυγος πατούλη, σύζυγος του ρομπέρτο, σύζυγος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σύζυγος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- σύγχρονος στα ουγγρικά - mai, korabeli, kortárs, modern, a modern, korszerű
- σύγχυση στα ουγγρικά - zavar, összetévesztés, zűrzavar, zavart, zavartság
- σύκα στα ουγγρικά - füge, csipisz, fügefa, fügét, fügére, a füge, fügével
- σύλληψη στα ουγγρικά - elfogás, fogamzás, letartóztatás, letartóztatni, letartóztatását, letartóztassák, letartóztatására
Τυχαίες λέξεις
Σύζυγος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: házastárs, hitves, férj, férje, férjem, férjét, férjének
Μεταφράσεις: házastárs, hitves, férj, férje, férjem, férjét, férjének