Αγωνίζομαι στα ουκρανικά

Μετάφραση: αγωνίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
боротися, боротьба, боротьби
Αγωνίζομαι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγωνίζομαι

αγωνίζομαι για την οδική ασφάλεια, αγωνίζομαι συνώνυμο, αγωνίζομαι αρχικοί χρόνοι, αγωνίζομαι συνώνυμα, κλιση αγωνίζομαι, αγωνίζομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αγωνίζομαι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αγωγός στα ουκρανικά - махінації, канал
  • αγωνία στα ουκρανικά - біда, мука, зривши, збентежувати, нездужання, агонія, горе, ...
  • αγωνιστής στα ουκρανικά - винищувач
  • αγωνιώ στα ουκρανικά - біль, страждання, бути, можливо
Τυχαίες λέξεις
Αγωνίζομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: боротися, боротьба, боротьби