Αγωνίζομαι στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αγωνίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
стълкновение, противоречие, конфликт, борба, борбата, битка, борят
Αγωνίζομαι στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγωνίζομαι

αγωνίζομαι για την οδική ασφάλεια, αγωνίζομαι συνώνυμο, αγωνίζομαι αρχικοί χρόνοι, αγωνίζομαι συνώνυμα, κλιση αγωνίζομαι, αγωνίζομαι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αγωνίζομαι στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αγωγός στα βουλγαρικά - конвейер, канал, тръба, тръбопровод, пътища, канала
  • αγωνία στα βουλγαρικά - агония, силно страдание, мъка, внезапен изблик, силни болки
  • αγωνιστής στα βουλγαρικά - боец, изтребител, борец, изтребители, боен
  • αγωνιώ στα βουλγαρικά - да бъде, е, бъде, да, се
Τυχαίες λέξεις
Αγωνίζομαι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: стълкновение, противоречие, конфликт, борба, борбата, битка, борят