Αναίσθητος στα ουκρανικά

Μετάφραση: αναίσθητος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
несвідомий, мимовільний, підсвідомість
Αναίσθητος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναίσθητος

αναίσθητος άνθρωπος, αναίσθητος english, αναίσθητοσ συνώνυμα, αναίσθητος συνώνυμο, αναίσθητος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αναίσθητος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ανίχνευση στα ουκρανικά - виявлення
  • αναίδεια στα ουκρανικά - щока, зухвалість, зухвальство, сміливість
  • αναίσχυντα στα ουκρανικά - безсоромно
  • αναβάθμιση στα ουκρανικά - поновлення, модернізація, модернізації, модернізацію
Τυχαίες λέξεις
Αναίσθητος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: несвідомий, мимовільний, підсвідомість