Δέμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: δέμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зв'язування, куш, дільниця, в'язка, снаряд, дільницю, пакет, ділянка, відділок, пакету
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δέμα
δέμα από αγγλία, δέμα με αντικαταβολή, δέμα από αμερική, δέμα από γερμανία, δέμα για εξωτερικό, δέμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δέμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- δέκα στα ουκρανικά - десять, десятка
- δέκατος στα ουκρανικά - десятий, десята, десятим, десяте, десятими
- δέντρο στα ουκρανικά - шибениця, колодка, дерево
- δένω στα ουκρανικά - згущати, рости, ускладнюватися, пагорб, бугор, банка, затискати, ...
Τυχαίες λέξεις
Δέμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: зв'язування, куш, дільниця, в'язка, снаряд, дільницю, пакет, ділянка, відділок, пакету
Μεταφράσεις: зв'язування, куш, дільниця, в'язка, снаряд, дільницю, пакет, ділянка, відділок, пакету