Διαβρώνω στα ουκρανικά

Μετάφραση: διαβρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
руйнувати, роз'їсти, витравляти, вивітріться, роз'їдати, роз'їдатиме, роз`їдати, роз'їдатимуть
Διαβρώνω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαβρώνω

διακρίνω συνώνυμα, διαβρώνω συνώνυμα, διαβρώνω ετυμολογία, διαβρώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διαβρώνω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • διαβολή στα ουκρανικά - обмова, наклеп, наклепи
  • διαβολικός στα ουκρανικά - жахливий, пустотливий, пустотливе, пустотлива, дещо пустотливий
  • διαβόητος στα ουκρανικά - загальновідомий, обмовляти, горезвісний, страшенний, відомий, паплюжити, сумнозвісний, ...
  • διαγράφω στα ουκρανικά - прати, вимальовуватися, стирати, витирати, вилучіть, видалити, викреслювати, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαβρώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: руйнувати, роз'їсти, витравляти, вивітріться, роз'їдати, роз'їдатиме, роз`їдати, роз'їдатимуть