Διδασκαλία στα ουκρανικά
Μετάφραση: διδασκαλία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
навчання
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διδασκαλία
διδασκαλία ώρας, διδασκαλία μαθηματικών στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση, διδασκαλία σε ομάδες, διδασκαλία δεύτερης γλώσσας σε ηλεκτρονικά περιβάλλοντα, διδασκαλία και μάθηση, διδασκαλία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διδασκαλία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- διγαμία στα ουκρανικά - двоєженство, бігамія, двошлюбність
- διδάσκω στα ουκρανικά - научати, викладати, навчити, привчати, установи, неточний, навчіть, ...
- διείσδυση στα ουκρανικά - проникність, вторгнення, проникання, дотеп, проникнення, проникненню, насичення
- διεγείρω στα ουκρανικά - визивати, прокидатися, дитино, вихователь, спонукувати, стимулювати, дитина, ...
Τυχαίες λέξεις
Διδασκαλία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: навчання
Μεταφράσεις: навчання