Διδασκαλία στα πολωνικά
Μετάφραση: διδασκαλία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
czesne, nauka, nauczanie, szkolenie, uczenie, nauczania, nauki
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διδασκαλία
διδασκαλία ώρας, διδασκαλία μαθηματικών στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση, διδασκαλία σε ομάδες, διδασκαλία δεύτερης γλώσσας σε ηλεκτρονικά περιβάλλοντα, διδασκαλία και μάθηση, διδασκαλία λεξικό γλώσσας πολωνικά, διδασκαλία στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- διγαμία στα πολωνικά - bigamia, dwużeństwo, Bigamy
- διδάσκω στα πολωνικά - pouczać, kształcić, nauczać, instruować, uczyć, wtajemniczać, pouczyć, ...
- διείσδυση στα πολωνικά - wnikanie, wnikliwość, wdarcie, przenikanie, przenikliwość, wniknięcie, domyślność, ...
- διεγείρω στα πολωνικά - rozniecać, zapłonąć, zdopingować, rozpalić, przebudzić, wprawiać, rozniecić, ...
Τυχαίες λέξεις
Διδασκαλία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: czesne, nauka, nauczanie, szkolenie, uczenie, nauczania, nauki
Μεταφράσεις: czesne, nauka, nauczanie, szkolenie, uczenie, nauczania, nauki