Επιφυλακτικότητα στα ουκρανικά

Μετάφραση: επιφυλακτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хороший, добрячий, утримуючий, гарний, відчуженість
Επιφυλακτικότητα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιφυλακτικότητα

επιφυλακτικότητα στα αγγλικά, επιφυλακτικότητα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επιφυλακτικότητα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • επιφυλακτικά στα ουκρανικά - передбачливо, обережно
  • επιφυλακτικός στα ουκρανικά - запас, забронювати, шишкуватий, обережний, запасати, бородавчастий, заощаджувати, ...
  • επιφύλαξη στα ουκρανικά - застерігати, попередження, обережність, обурення, бронювання, замовлення, бронюванні, ...
  • επιφώνημα στα ουκρανικά - вигук, вигукування, восклицание
Τυχαίες λέξεις
Επιφυλακτικότητα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: хороший, добрячий, утримуючий, гарний, відчуженість