Κατάστημα στα ουκρανικά
Μετάφραση: κατάστημα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прем'єри, магазин, крамниця, магазину, магазині
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατάστημα
κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος, κατάστημα forthnet, κατάστημα γερμανός, κατάστημα κωτσόβολος, κατάστημα αθλητικών ειδών, κατάστημα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κατάστημα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κατάσκοπος στα ουκρανικά - розвідник, шпигун, Шпион, шпигуна
- κατάσταση στα ουκρανικά - місцеположення, статут, положення, походження, стан, умова, становище, ...
- κατάστρωμα στα ουκρανικά - дека, палуба, настил, палубі, палуби, палуба лісу
- κατάσχω στα ουκρανικά - конфісковувати, захопити, охопити, схопитися, конфіскувати, скористатись, накласти арешт
Τυχαίες λέξεις
Κατάστημα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: прем'єри, магазин, крамниця, магазину, магазині
Μεταφράσεις: прем'єри, магазин, крамниця, магазину, магазині