Κατάστημα στα πολωνικά

Μετάφραση: κατάστημα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przesłanka, obszar, posiadłość, lokal, założenie, sklep, warsztat, Shop, sklepu, sklep z
Κατάστημα στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατάστημα

κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος, κατάστημα forthnet, κατάστημα γερμανός, κατάστημα κωτσόβολος, κατάστημα αθλητικών ειδών, κατάστημα λεξικό γλώσσας πολωνικά, κατάστημα στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • κατάσκοπος στα πολωνικά - podpatrzyć, zoczyć, szpiegować, szpieg, szpicel, podpatrywacz, szpiegowanie, ...
  • κατάσταση στα πολωνικά - kondycja, obwieszczenie, funkcja, klauzula, schorzenie, miejsce, status, ...
  • κατάστρωμα στα πολωνικά - pokład, ustrojenie, stroić, pokrywać, talia, piętro, poziom, ...
  • κατάσχω στα πολωνικά - uchwycić, dorwać, skonfiskować, złapać, zawładnąć, zająć, ująć, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατάστημα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: przesłanka, obszar, posiadłość, lokal, założenie, sklep, warsztat, Shop, sklepu, sklep z