Ξυράφι στα ουκρανικά

Μετάφραση: ξυράφι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
знесення, бритва
Ξυράφι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξυράφι

ξυράφι ξυρίσματος, ξυράφι για ξύρισμα, ξυράφι ή ξυριστική μηχανή, εκδόσεισ ξυράφι, ξυράφι dovo, ξυράφι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ξυράφι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ξυλώδης στα ουκρανικά - лінія, деревне, деревний, дерев'яний, дерев'яне, деревинне
  • ξυπνώ στα ουκρανικά - будити, розбудити, прокиньтеся, розбуджувати, збудити, прокинутися
  • ξυρίζομαι στα ουκρανικά - поголити, зрізати, електробритва, голитися, голити, брити, брить
  • ξόρκι στα ουκρανικά - передихнути, зміняти, чарівність, передохнути, заклинання, закляття
Τυχαίες λέξεις
Ξυράφι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: знесення, бритва