Ξυράφι στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ξυράφι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
nivelar, navalha, lâmina, razor, barbear, de barbear
Ξυράφι στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξυράφι

ξυράφι ξυρίσματος, ξυράφι για ξύρισμα, ξυράφι ή ξυριστική μηχανή, εκδόσεισ ξυράφι, ξυράφι dovo, ξυράφι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ξυράφι στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ξυλώδης στα πορτογαλικά - arborizado, Woody, lenhosa, lenhosas, amadeirado
  • ξυπνώ στα πορτογαλικά - ágil, despertar, alerta, acordar, acorde, acorda, acordá
  • ξυρίζομαι στα πορτογαλικά - barbear, raspar, fragmento, shave, depilar, barbeie
  • ξόρκι στα πορτογαλικά - graça, encanto, período, rápido, tempo, encantamento, incantation, ...
Τυχαίες λέξεις
Ξυράφι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: nivelar, navalha, lâmina, razor, barbear, de barbear