Οργανικός στα ουκρανικά

Μετάφραση: οργανικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
організований, систематизований, погоджений, органічний, органічна, органічне
Οργανικός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οργανικός

οργανικόσ καφέσ, οργανικός νόμος 1900, οργανικός διανοούμενος, οργανικός κύκλος rankine, οργανικός νόμος, οργανικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, οργανικός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • οργίλος στα ουκρανικά - лютість, гнів, обурення, запальний, запальна, запальну
  • οργανίστας στα ουκρανικά - органісте, органіст
  • οργιά στα ουκρανικά - сажень, сажнів
  • οργισμένος στα ουκρανικά - розлючений, дратівливо, оскаженілий, злий, збуджений, сердитися, шалений, ...
Τυχαίες λέξεις
Οργανικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: організований, систематизований, погоджений, органічний, органічна, органічне