Πράμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: πράμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
матеріал, пломбувати, речовина, річ
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πράμα
κορίτσι πράμα, φρέσκο πράμα, ένα πράμα, καλό πράγμα, καλόν πράμα, πράμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πράμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πράγματι στα ουκρανικά - дійсно, насправді, справді, неблагопристойний, некоректний, фактично, перерозподіли
- πράκτορας στα ουκρανικά - повірений, фактор, чинник, засіб, агентський, агент, агент зі
- πράξη στα ουκρανικά - дія, акт, вчиняти, вчинити, грати, чинити, діяти, ...
- πράος στα ουκρανικά - облагородьте, молочний, добрий, ніжний, лагідний, м'який, лагідна, ...
Τυχαίες λέξεις
Πράμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: матеріал, пломбувати, речовина, річ
Μεταφράσεις: матеріал, пломбувати, речовина, річ