Σεξουαλικότητα στα ουκρανικά

Μετάφραση: σεξουαλικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сексуальність, сексуальность
Σεξουαλικότητα στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σεξουαλικότητα

σεξουαλικότητα εφήβων, σεξουαλικότητα και παιδί, σεξουαλικότητα και κοινωνία, σεξουαλικότητα παιδιών, σεξουαλικότητα ζωδίων, σεξουαλικότητα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σεξουαλικότητα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • σεξ στα ουκρανικά - стать, сексуальний, чоловіки, секс, жінки
  • σεξουαλικός στα ουκρανικά - сексуальний, статевий, сексуальне, сексуальну, сексуальна
  • σεπτός στα ουκρανικά - поважність, поважний, шановний, поважна
  • σερβάντα στα ουκρανικά - буфет, сервант, servanta
Τυχαίες λέξεις
Σεξουαλικότητα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: сексуальність, сексуальность