Σεξουαλικότητα στα τούρκικα
Μετάφραση: σεξουαλικότητα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
cinsellik, cinselliği, cinselliğin, cinsiyet, cinsel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σεξουαλικότητα
σεξουαλικότητα εφήβων, σεξουαλικότητα και παιδί, σεξουαλικότητα και κοινωνία, σεξουαλικότητα παιδιών, σεξουαλικότητα ζωδίων, σεξουαλικότητα λεξικό γλώσσας τούρκικα, σεξουαλικότητα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- σεξ στα τούρκικα - eşey, seks, cinsiyet, sex, cinsel, cinsiyete
- σεξουαλικός στα τούρκικα - cinsel, seksüel, Seks
- σεπτός στα τούρκικα - saygıdeğer, saygın, kutsal, saygıdeğer bir
- σερβάντα στα τούρκικα - büfe, servanta
Τυχαίες λέξεις
Σεξουαλικότητα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: cinsellik, cinselliği, cinselliğin, cinsiyet, cinsel
Μεταφράσεις: cinsellik, cinselliği, cinselliğin, cinsiyet, cinsel