Σκέπτομαι στα ουκρανικά
Μετάφραση: σκέπτομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
знаходити, гадати, подумати, зчитати, находити, роздумувати, міркувати, розмірковувати, думати
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκέπτομαι
σκέπτομαι μα δεν υπάρχω, σκέφτομαι αρχαία, σκέφτομαι άρα υπάρχω, σκέπτομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σκέπτομαι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σκάφος στα ουκρανικά - облуду, обман, літак, хитрість, мистецтво, осиний, судно
- σκέπασμα στα ουκρανικά - ліктор, кришка, кришку
- σκέρτσο στα ουκρανικά - балки, скерцо
- σκέτο στα ουκρανικά - пледи, акуратний, охайний, акуратна, акуратне
Τυχαίες λέξεις
Σκέπτομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: знаходити, гадати, подумати, зчитати, находити, роздумувати, міркувати, розмірковувати, думати
Μεταφράσεις: знаходити, гадати, подумати, зчитати, находити, роздумувати, міркувати, розмірковувати, думати