Σκέπτομαι στα φινλανδικά

Μετάφραση: σκέπτομαι, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ajatella, tuumia, luulla, olettaa, tykätä, miettiä, muistaa, edellyttää, mietiskellä, meditoida, meditoimaan, mietiskelemään, meditate
Σκέπτομαι στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκέπτομαι

σκέπτομαι μα δεν υπάρχω, σκέφτομαι αρχαία, σκέφτομαι άρα υπάρχω, σκέπτομαι λεξικό γλώσσας φινλανδικά, σκέπτομαι στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • σκάφος στα φινλανδικά - alus, ammattitaito, suoni, ammatti, astia, voima-aggregaatti, laiva, ...
  • σκέπασμα στα φινλανδικά - hattu, luomi, kansi, kuomu, cover, kattaa, suojus
  • σκέρτσο στα φινλανδικά - pila, jekku, huuli, jäynä, ilveillä, laskea leikkiä, kuje, ...
  • σκέτο στα φινλανδικά - yksinkertainen, arkipäiväinen, sula, silminnähtävä, ilmeinen, näennäinen, pelkkä, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκέπτομαι στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: ajatella, tuumia, luulla, olettaa, tykätä, miettiä, muistaa, edellyttää, mietiskellä, meditoida, meditoimaan, mietiskelemään, meditate