Σκέπτομαι στα πορτογαλικά

Μετάφραση: σκέπτομαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pensar, supor, achar, julgar, coisas, ver, pense, opinar, meditar, meditate, medite, medita, meditamos
Σκέπτομαι στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκέπτομαι

σκέπτομαι μα δεν υπάρχω, σκέφτομαι αρχαία, σκέφτομαι άρα υπάρχω, σκέπτομαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σκέπτομαι στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • σκάφος στα πορτογαλικά - embarcação, barco, arte, indústria, navio, vaso, óptimo, ...
  • σκέπασμα στα πορτογαλικά - lamber, tampa, sombreiro, chapéu, pálpebra, cobertura, capa, ...
  • σκέρτσο στα πορτογαλικά - junção, gracejar, brincar, caçoar, piada, gracejo, scherzo
  • σκέτο στα πορτογαλικά - evidente, planície, manifesto, simples, planícies, óbvio, inequívoco, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκέπτομαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: pensar, supor, achar, julgar, coisas, ver, pense, opinar, meditar, meditate, medite, medita, meditamos