Συλλογίζομαι στα πολωνικά
Μετάφραση: συλλογίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rozważać, przemyśliwać, namyślać, zastanawiać, rozmyślać, rozpamiętywać, pojąć, cogitate
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συλλογίζομαι
συλλογίζομαι συνώνυμα, συλλογίζομαι λεξικό γλώσσας πολωνικά, συλλογίζομαι στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- συλλαβίζω στα πολωνικά - czar, zaklęcie, chwila, znaczyć, zapisywać, pisać, urok, ...
- συλλαμβάνω στα πολωνικά - pojąć, objąć, łapać, unieruchamiać, zaaresztować, schwytać, aresztowanie, ...
- συλλογικά στα πολωνικά - wspólnie, zbiorowo, łącznie, zbiorczo, kolektywnie
- συλλογικός στα πολωνικά - zbiorowy, grupowy, kolegialny, zbiorczy, kolektywny, kolektyw, gremialny, ...
Τυχαίες λέξεις
Συλλογίζομαι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: rozważać, przemyśliwać, namyślać, zastanawiać, rozmyślać, rozpamiętywać, pojąć, cogitate
Μεταφράσεις: rozważać, przemyśliwać, namyślać, zastanawiać, rozmyślać, rozpamiętywać, pojąć, cogitate