Σχάρα στα ουκρανικά
Μετάφραση: σχάρα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
електромережа, електромережу, расисти, ґрати, сітка, решітка, стійка, стойка
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σχάρα
σχάρα ποδηλάτων, σχάρα καλαμάκι, σχάρα αποφυγής αναφλέξεων, σχάρα ποδηλάτου για αυτοκίνητο, σχάρα βουλιαγμένη, σχάρα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σχάρα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σφυροκοπώ στα ουκρανικά - збивати, молоток, карати, каратимуть, каратиме
- σφύριγμα στα ουκρανικά - віст, свисток
- σχέδιο στα ουκρανικά - структура, викрійка, картина, забороняє, візерунок, малюнок, коси, ...
- σχέση στα ουκρανικά - відношення, взаємовідносини, сполучник, народження, зв'язок, азимут, сполуку, ...
Τυχαίες λέξεις
Σχάρα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: електромережа, електромережу, расисти, ґрати, сітка, решітка, стійка, стойка
Μεταφράσεις: електромережа, електромережу, расисти, ґрати, сітка, решітка, стійка, стойка