Της] στα ουκρανικά

Μετάφραση: της], Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
рідний, власний, володіти, з, із, зі, через, из
Της] στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: της]

της ελλάδος τα παιδιά, της κακομοιρας, της γερακινας γιος, της αγαπης μαχαιρια επεισοδιο 1, της ληθης το πηγαδι, της] λεξικό γλώσσας ουκρανικά, της] στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • τηρώ στα ουκρανικά - зауважувати, дотримувати, спостерігати, спостерігатимуть, стежити, спостерігатиме
  • της στα ουκρανικά - її, свій, з, із, зі, через, из
  • τι στα ουκρανικά - причали, що
  • τιθασεύω στα ουκρανικά - приборкувати, покірний, приборкати, ручної, пом'якшувати, зм'якшувати, пом'якшити, ...
Τυχαίες λέξεις
Της] στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: рідний, власний, володіти, з, із, зі, через, из