Τόπος στα ουκρανικά
Μετάφραση: τόπος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
місцеперебування, примирення, локомотив, місце, місцевість, місцем
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τόπος
τόπος να ζω, τόπος διαμονής, τόπος εξορίας κατά τον 20ο αιώνα, τόπος κοινοτικής σημασίας, τόπος καταγωγής, τόπος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τόπος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- τόνος στα ουκρανικά - настрій, тонна, напруження, тон, настроювати, виділяти, стиль, ...
- τόξο στα ουκρανικά - іскрити, згинати, іскра, підпорядковуватися, дуга, арка, самостріл, ...
- τόρνος στα ουκρανικά - обшивка, планки, рейка, планка, дранка, обшивання, токарний верстат
- τόσο στα ουκρανικά - отже, так, атож, тому, оскільки, бо
Τυχαίες λέξεις
Τόπος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: місцеперебування, примирення, локомотив, місце, місцевість, місцем
Μεταφράσεις: місцеперебування, примирення, локомотив, місце, місцевість, місцем