Άλογο στα πολωνικά

Μετάφραση: άλογο, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
koń, kawaleria, trzepak, konina, jazda, konik, konia, horse, koni, konna
Άλογο στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άλογο

άλογο εικόνα, άλογο βικιπαίδεια, άλογο αναπαραγωγή, άλογο κινέζικο ωροσκόπιο, άλογο όνειρο, άλογο λεξικό γλώσσας πολωνικά, άλογο στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • άλλοτε στα πολωνικά - niegdyś, poprzednio, raz, jeden raz, kiedyś, po
  • άλλωστε στα πολωνικά - przy, nadto, zresztą, prócz, oprócz, poza, ponadto, ...
  • άλσος στα πολωνικά - zagajnik, gaj, lasek, grove, gaju, oliwnych, sad
  • άμαξα στα πολωνικά - trener, przywóz, przeprawianie, wózek, karetka, korepetytor, podszkolić, ...
Τυχαίες λέξεις
Άλογο στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: koń, kawaleria, trzepak, konina, jazda, konik, konia, horse, koni, konna