Αφομοίωση στα πολωνικά

Μετάφραση: αφομοίωση, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
asymilacja, upodobnienie, przyswojenie, wdrażanie, przyswajanie, asymilacji
Αφομοίωση στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αφομοίωση

αφομοίωση λεξικο, αφομοίωση πρωτεινης, αφομοίωση γλωσσολογία, αφομοίωση piaget, αφομοίωση βικιλεξικο, αφομοίωση λεξικό γλώσσας πολωνικά, αφομοίωση στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • αφιερώνω στα πολωνικά - przeznaczać, poświęcać, przeznaczyć, oddawać, zadedykować, dedykować, poświęcić
  • αφιλόξενος στα πολωνικά - nieprzyjazny, niegościnny, niegościnna, niegościnne, niegościnnym
  • αφοπλισμένος στα πολωνικά - bezrogi, nieuzbrojony, bezbronny, rozbrojony, rozbrojona, rozbrojone, rozbroił, ...
  • αφοπλισμός στα πολωνικά - rozbrojenie, rozbrojenia, rozbrojeniu, rozbrojeniem, rzecz rozbrojenia
Τυχαίες λέξεις
Αφομοίωση στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: asymilacja, upodobnienie, przyswojenie, wdrażanie, przyswajanie, asymilacji