Αφομοίωση στα σουηδικά
Μετάφραση: αφομοίωση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
assimilering, assimilation, likställande, assimilerings, assimileringen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αφομοίωση
αφομοίωση λεξικο, αφομοίωση πρωτεινης, αφομοίωση γλωσσολογία, αφομοίωση piaget, αφομοίωση βικιλεξικο, αφομοίωση λεξικό γλώσσας σουηδικά, αφομοίωση στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αφιερώνω στα σουηδικά - ägna, avsätta, tillägna, tillägnar, inviga
- αφιλόξενος στα σουηδικά - ogästvänliga, ogästvänlig, ogästvänligt, inhospitable
- αφοπλισμένος στα σουηδικά - avväpnade, avväpnad, avväpnas, kopplat, frånkopplat
- αφοπλισμός στα σουηδικά - nedrustning, avväpning, nedrustnings, avrustning, nedrustningen
Τυχαίες λέξεις
Αφομοίωση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: assimilering, assimilation, likställande, assimilerings, assimileringen
Μεταφράσεις: assimilering, assimilation, likställande, assimilerings, assimileringen