Γέφυρα στα πολωνικά
Μετάφραση: γέφυρα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pomost, kładka, mostek, most, brydż, mostu, bridge
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γέφυρα
γέφυρα ρίου - αντιρρίου, γέφυρα ρίου, γέφυρα ανόρθωσης, γέφυρα χαρίλαος τρικούπης, γέφυρα κόμμα, γέφυρα λεξικό γλώσσας πολωνικά, γέφυρα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- γέρνω στα πολωνικά - pochył, nachylenie, spojrzenie, skręcać, nachylać, spadzistość, przechylenie, ...
- γέρος στα πολωνικά - sędziwy, staromiejski, nienowy, staroświecki, stary, dawny, staruszka, ...
- γήινος στα πολωνικά - ziemski, doczesny, ziemskie, ziemskiego, ziemska, ziemskiej
- γήρανση στα πολωνικά - starzenie, starzenie się, podstarzały, starzenia, starzenia się
Τυχαίες λέξεις
Γέφυρα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: pomost, kładka, mostek, most, brydż, mostu, bridge
Μεταφράσεις: pomost, kładka, mostek, most, brydż, mostu, bridge